Προσεγγίζοντας τη λειτουργία του δημόσιου αστικού χώρου με γνώμονα τις τοπικές παραμέτρους: συγκριτική μελέτη μεταξύ Λάρισας και Νόττινχαμ
DOI:
https://doi.org/10.26253/heal.uth.ojs.aei.2016.376Λέξεις-κλειδιά:
Αστική πλατεία, Μελέτη συμπεριφοράς, Συγκριτική μελέτη, Λάρισα, ΝόττινχαμΠερίληψη
Η παραγωγή επιτυχημένου δημόσιου χώρου, σε μια περίοδο όπου ο ανταγωνισμός των πόλεων εντείνεται, σχετίζεται με την μεταγραφή επιτυχημένων σχεδιαστικών προτύπων. Η πρακτική αυτή στηρίζεται στην άποψη πως η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι κοινή και ανεξάρτητη των τοπικών, ιστορικών και κλιματικών συνθηκών. Η αντίθετη άποψη είναι, επίσης, βάσιμη. Με αφορμή το δίλλημα αυτό, ο σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση πιθανής συσχέτισης μεταξύ του τρόπου λειτουργίας των πλατειών σε δύο διαφορετικές χώρες. Το ερευνητικό ερώτημα που διερευνήθηκε ήταν ο τρόπος χρήσης των πλατειών σε δύο ενδεικτικές πόλεις μεσαίου μεγέθους στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο και οι αιτίες που τον προκαλούν. Οι πόλεις που επιλέχτηκαν είναι η Λάρισα και το Νόττινχαμ. Η μεθοδολογική προσέγγιση εστίασε στην αξιοποίηση της θεωρητικής γνώσης και στην ανάλυση ποιοτικών πρωτογενών στοιχείων που προήλθαν από έρευνα πεδίου. Το πόρισμα της μελέτης αποτυπώνει μια παρόμοια λειτουργία των πλατειών και στις δύο πόλεις, υπογραμμίζοντας πως η αιτία λειτουργίας τους είναι οι ανθρώπινες κοινωνικές ανάγκες (επικοινωνία, ανάπαυση, αναψυχή, κ.λπ.), οι οποίες δεν εξαρτώνται από γεωγραφικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές παραμέτρους. Έτσι, η μεταγραφή «καλών πρακτικών» από το εξωτερικό και η αξιοποίηση ξενικών στοιχείων μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να είναι μια ρεαλιστική επιλογή των μελετητών του αστικού χώρου για τον ελληνικό χώρο.