Άσκηση και Μη Αλκοολική Λιπώδης Ηπατική Νόσος σε Παχύσαρκους Ενήλικες
DOI:
https://doi.org/10.26253/heal.uth.ojs.ispe.2024.2276Περίληψη
Η Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος του Ήπατος (ΜΑΛΝΗ) αποτελεί την κύρια αιτία χρόνιας ηπατικής νόσου παγκοσμίως. Χαρακτηρίζεται από ηπατική στεάτωση και μπορεί να εξελιχθεί σε ίνωση, κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Συσχετίζεται με την επιδημία της παχυσαρκίας και με συνοσηρότητες όπως η υπερλιπιδαιμία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 και εμφανίζεται κυρίως σε μεσήλικες άντρες και εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, καθώς η εμφάνισή της αυξάνεται ραγδαία και σε νεότερες ηλικίες. Η φαρμακευτική αγωγή που συνταγογραφείτε αφορά στην αντιμετώπιση των συνοσηροτήτων, όπως είναι οι καρδιαγγειακές και μεταβολικές δυσλειτουργίες και όχι άμεσα στην ηπατική νόσο. Τρόπο αντιμετώπισης της στεάτωσης και αποτροπή της εξέλιξής της σε κίρρωση φαίνεται να αποτελεί η παρέμβαση στον τρόπο ζωής, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής και της άσκησης. Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν να συγκεντρώσει τις εργασίες που εξέτασαν την επίδραση διαφόρων πρωτοκόλλων άσκησης στην ηπατική στεάτωση σε παχύσαρκους ενήλικες και να παρουσιάσει το είδος και τα στοιχεία επιβάρυνσης της άσκησης, ως κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση της στεάτωσης σε αυτόν τον πληθυσμό. Στα αποτελέσματα διαπιστώθηκε πως επιτυγχάνεται μείωση της στεάτωσης κατά 10,7% στις 16 εβδομάδες με την εφαρμογή αερόβιας προπόνησης σταθερού ρυθμού για 45-60’ στο 60% της εφεδρικής καρδιακής συχνότητας (HRR) ή στο 55% της μέγιστης πρόσληψης οξυγόνου (VO2max) με συχνότητα προπόνησης 5 φορές την εβδομάδα. Επίσης, παρατηρήθηκε μείωση κατά 1-3% τόσο με εφαρμογή πρωτοκόλλων αερόβιας όσο με διαλειμματικής μορφής υψηλής έντασης και άσκηση με αντιστάσεις με συχνότητα προπόνησης 3-4 φορές την εβδομάδα στις 4, 8, 12 εβδομάδες και 8 μήνες. Συμπερασματικά, η άσκηση μπορεί να επιφέρει βελτίωση στην ηπατική στεάτωση παχύσαρκων ενήλικων με προτεραιότητα στην καθημερινή αερόβια άσκηση. Χρειάζεται να εμπλουτιστεί η έρευνα με παρεμβάσεις πρωτοκόλλων άσκησης διαφορετικών στοιχείων επιβάρυνσης και διάρκειας, ώστε να αποκτηθεί περαιτέρω γνώση.